Πίσω Ρουφιάνοι – Εμπρός Γείτονες

Στις 21/01 σύντροφος-μέλος της αυτόνομης συνέλευσης ζωγράφου δέχτηκε

παρενόχληση από αστυνομικούς της ασφάλειας έξω από το σπίτι του.

Δημοσιεύουμε το κείμενό του εδώ.

Οι στοχοποιήσεις αγωνιστών και αγωνιστριών θα μας βρούν μπροστά τους.

Η αλληλεγγύη μεταξύ όσων αγωνίζονται για ένα κόσμο χωρίς εκμετάλλευση είναι το όπλο μας .

 

Για τη στοχοποίησή μου από την Ασφάλεια και την απόπειρα διασυρμού μου στη γειτονιά

Το μεσημέρι της Τρίτης 21 Ιανουαρίου, επιστρέφοντας στο σπίτι μου στη γειτονιά του Ζωγράφου, βρίσκω μπροστά στην είσοδο της πολυκατοικίας 8 αστυνομικούς της Ασφάλειας. Το ότι με περίμεναν, γνωρίζοντας το παρουσιαστικό και το μέσο μεταφοράς μου, ήταν κάτι παραπάνω από προφανές καθώς τα βλέμματα όλων τους στράφηκαν κατευθείαν πάνω μου και 2 από αυτούς κινήθηκαν κατευθείαν προς το μέρος μου. Μετά την άρνησή μου να τους απαντήσω ποιος είμαι αν δεν μου γνωστοποιήσουν την ταυτότητά τους και τον λόγο που με ρωτάνε, ένας από αυτούς μου απευθύνθηκε με το ονοματεπώνυμό μου, δηλώνοντας ότι είναι από την Ασφάλεια και ότι θέλουν να μου κάνουν μερικές ερωτήσεις. Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα, για κάτι παραπάνω από μία ώρα, επιχείρησαν, κρατώντας με παρά την θέλησή μου στην είσοδο της πολυκατοικίας, να με εκφοβίσουν και να με διασύρουν στη γειτονιά – αποτυγχάνοντας και στα δύο.

Από την αρχή αρνήθηκα να συνεργαστώ μαζί τους αν δεν μου επιδείκνυαν κάποιο ένταλμα που να αφορά εμένα ή την οικία μου. Άρχισαν να ρωτάνε εμφατικά αν έχω κάτι παράνομο πάνω μου ή στο σπίτι μου, απειλώντας με εμμέσως και ευθέως ότι έχουν σκοπό να εισβάλλουν και να ψάξουν οι ίδιοι. Μου ανακοίνωσαν επίσης ότι σε λίγο επρόκειτο να έρθει εισαγγελέας. Έπειτα, και παρά τη συνεχή μου άρνηση να τους απαντήσω, συνέχισαν να με ρωτούν επίμονα για το σπίτι μου, για τους κοινόχρηστους χώρους και για τις αποθήκες της πολυκατοικίας. Σε κάθε διαμαρτυρία μου για τον παράνομο και τρομοκρατικό χαρακτήρα του «έργου» τους, απαντούσαν με υπονοούμενα για την πολιτική μου δράση (δηλαδή τη δημόσια κινηματική παρουσία μου στη γειτονιά), δηλώνοντας ότι «με ξέρουν» και ότι δεν θα έπρεπε να διαμαρτύρομαι γιατί «ούτε χειροπέδες μου έχουν βάλει, ούτε με έχουν πάρει κάτω».

Λίγο αργότερα κατέφθασε η εισαγγελέας. Δίχως να μου απευθύνει καν το λόγο, συνόδεψε τους ασφαλίτες στην παραβίαση και έρευνα δύο ιδιόκτητων αποθηκών στην πρόσοψη της οικοδομής που χρησιμοποιούνται για επαγγελματικούς λόγους από κατοίκους της πολυκατοικίας. Βλέποντας ότι ερευνούν χώρους με τους οποίους δεν σχετίζομαι με κανέναν τρόπο, άρχισα να διαμαρτύρομαι ακόμα πιο έντονα. Η συνεχής μου επικοινωνία με ανθρώπους της πολυκατοικίας και των γύρω σπιτιών είχε ήδη αρχίσει να τους καθιστά ανεπιθύμητους στη γειτονιά, καθώς αρκετοί και αρκετές δήλωναν ανοιχτά την ενόχλησή τους από την παρουσία τους και την υποστήριξή τους προς εμένα. Εν τέλει, παρότι επιχείρησαν να με βάλουν μέσα στην πολυκατοικία γιατί «είχαμε γίνει θέαμα» (sic), αποχώρησαν λέγοντάς μου «να προσέχω» και «να μην κάνω πως δεν καταλαβαίνω», ολοκληρώνοντας έτσι το σερί υπονοούμενων και απειλών.

Την επόμενη μέρα διάβασα στις εφημερίδες ότι η έρευνα αυτή, όπως και οι εισβολές σε σπίτια αναρχικών και αντιεξουσιαστών, εντάσσεται στα πλαίσια της επιχείρησης εντοπισμού του «συγγενικού και ιδεολογικού περιβάλλοντος» του Χριστόδουλου Ξηρού… Απ’ ότι φαίνεται η συμμετοχή στους κοινωνικούς αγώνες θεωρείται «επαρκές στοιχείο» για τη ένταξη των αγωνιζόμενων σ’ αυτό το «περιβάλλον» και τη στοχοποίησή τους από τις αρχές.

Οι αστυνομικές μεθοδεύσεις εναντίον των αγωνιζόμενων δεν είναι απλώς φρονηματικές διώξεις ή ατομικές στοχοποιήσεις. Πολύ περισσότερο, στοχεύουν και επιτίθενται στις συλλογικές σχέσεις που παράγονται από τις κοινότητες αλληλεγγύης και αγώνα των εκμεταλλευόμενων – κοινότητες των οποίων έχω αποτελέσει (και θα συνεχίσω να αποτελώ) μέρος τόσο στη γειτονιά του Ζωγράφου όσο και αλλού. Αυτές τις σχέσεις καλούμαστε να υπερασπιστούμε, αυτές τις σχέσεις οφείλουμε να διευρύνουμε.

Α.Π.

29.01.2014